Ο γύρος του κόσμου με τα πόδια...



Εγκατέλειψε τα πάντα και αποφάσισε να κάνει το γύρο του κοσμου με τα πόδια περνώντας από τις πιο φτωχές χώρες για να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο για τα παιδιά που υποφέρουν από ασθένειες και πολέμους.

'Οπως γράφει ΤΟ ΒΗΜΑ, στις 18 Αυγούστου του 2000, την ημέρα που έγινε 45 ετών, ο Ζαν Μπελιβό αποχαιρέτισε γυναίκα και δυο παιδιά και ξεκίνησε με το πιο «βασικό» μέσο μεταφοράς: τα δυο του πόδια. 

Σπρώχνοντας ή σέρνοντας ένα ελαφρύ τρίκυκλο καροτσάκι με τα απολύτως απαραίτητα, ολοκληρώνει ένα επικό ταξίδι 74.000 χλμ. σε πέντε ηπείρους και 64 χώρες.
Πώς τα κατάφερε; Είναι απλό: συνάντησε παντού καλούς ανθρώπους. 

Θέλησε να βρει ξανά το νόημα της ζωής του «στους δρόμους και στις ζωές των άλλων». Επέστρεψε στο Βανκούβερ πριν από λίγες εβδομάδες, 56χρονος πια. Την άνοιξη θα κάνει τα τελευταία του χιλιόμετρα, στην ίδια του την πατρίδα.
«Λίγο προτού κλείσω τα 45 έπαθα κατάθλιψη. Η επαγγελματική μου ζωή δεν μου έδινε καμιά χαρά. Ενιωθα άδειος. 

Η ρουτίνα της καθημερινότητας με κούραζε, τα παιδιά είχαν μεγαλώσει και η ζωή μου έμοιαζε να μην έχει νόημα. Υπέφερα από αυτό που λέμε “κρίση της μέσης ηλικίας”.

'Αρχισα να τρέχω, πιστεύοντας ότι η φυσική άσκηση θα μου έκανε καλό.Μια μέρα έπιασα τον εαυτό μου να αναρωτιέται πόσο μακριά θα μπορούσα να φτάσωαν συνέχιζα να τρέχω αντί να γυρίσω στο σπίτι. Πόσο καιρό θα έκανα για να φτάσω στη Νέα Υόρκη; Στο Μεξικό; Στο Σαντιάγκο; Σιγά-σιγά άρχισα να σκέφτομαι σοβαρά ένα ταξίδι με τα πόδια που θα το αφιέρωνα στον σκοπό που με αγγίζει πιο πολύ: την ειρήνη για τα παιδιά του κόσμου».

Επειτα από λίγο καιρό βρήκε το θάρρος να μιλήσει στη γυναίκα του για το όνειρό του. Προς μεγάλη του έκπληξη, «η Λους με κοίταξε στα μάτια και μου είπε:“Να το κάνεις. Αν έτσι νιώθεις, πρέπει να φύγεις...”».
Η οδύσσεια άρχισε από το Μόντρεαλ, ένα ηλιόλουστο πρωινό. Ο Μπελιβό διέσχισε με τα πόδια την Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ και τη δυτική πλευρά της Νότιας Αμερικής. Πήρε το αεροπλάνο για τη Νότια Αφρική και από εκεί περπάτησε προς τον βορρά, κατά μήκος των ανατολικών ακτών της Μαύρης Ηπείρου.

«Το καθεστώς του Καντάφι δεν μου έδωσε βίζακαι έτσι πέρασα στην Ευρώπη από το Μαρόκο και όχι από τη Λιβύηόπως σχεδίαζα. Σήμερα βλέπω με φρίκη στην τηλεόραση τις εικόνες από τον εμφύλιο στη Λιβύη... Καθώς πλησίαζε ο βαρύς χειμώνας του 2006 εγκατέλειψα το σχέδιο να περάσω στη Ρωσία και κατευθύνθηκα προς τη Μέση Ανατολή...».
Διέσχισε τη Βόρεια Ελλάδα καθ΄ οδόν για την Κωνσταντινούπολη και έχει τις καλύτερες αναμνήσεις από τη χώρα μας «και τη ζεστή φιλοξενία των Ελλήνων».

«Αλλά στην Αφρική ήμουν σε ένα μόνιμο πολιτισμικό σοκ. Μόλις είχα μάθει για τους στόχους της Διεθνούς Δεκαετίας για έναν Πολιτισμό Ειρήνης και μη Βίας για τα Παιδιά του Κόσμου, που είχε κηρύξει η UΝΙCΕF, και η πραγματικότητα που αντίκρισα εκεί με συγκλόνισε. Στο Σουδάν είδα με τα μάτια μου την τραγική κατάσταση πολλών παιδιών που στρατολογούνται ως πολεμιστές στην εμφύλια διαμάχη και πέφτουν θύματα απαγωγής, δολοφονιών και σεξουαλικής βίας» λέει.


Τα επόμενα χρόνια διέσχισε την Ινδία και την Κίνα και τον Αύγουστο του 2008 έφτασε στη Νότια Κορέα. Σειρά είχαν οι Φιλιππίνες, η Μαλαισία και η Αυστραλία. Τους τελευταίους μήνες του 2010 περπατούσε στη Νέα Ζηλανδία. Στις 30 Ιανουαρίου του 2011, ο ατρόμητος πεζοπόρος προσγειώθηκε στο Βανκούβερ, πίσω στην πατρίδα, για το τελευταίο σκέλος της περιπέτειας. Στο αεροδρόμιο τον περίμεναν η γυναίκα του, που είχε να τον δει ένα χρόνο, μια ζωντανή ορχήστρα και πλήθος θαυμαστών.
«Εάν οι πλούσιες χώρες διέθεταν απλώς τις στρατιωτικές δαπάνες έξι ημερών για την εκπαίδευση θα μπορούσαν να εξοικονομηθούν τα 16 δισ. δολάρια που είναι απαραίτητα για να πάνε σχολείο όλα τα παιδιά στον αναπτυσσόμενο κόσμο» λέει ο ιδεαλιστής καναδός οδοιπόρος. Και εξηγεί: «Γενιές ολόκληρες μένουν αγράμματες ή αμόρφωτες εξαιτίας των ένοπλων συγκρούσεων,οι οποίες εκθέτουν τα παιδιά κυρίως σε επιθέσεις με στόχο τα σχολεία τους ή σε σεξουαλική βία.Από τα 67 εκατομμύρια παιδιά που δεν πηγαίνουν στο σχολείο,το 42%, δηλαδή 28 εκατομμύρια,ζουν σε φτωχές χώρες στις οποίες μαίνονται συγκρούσεις.

Από το 1999 ως το 2008 35 χώρες υπήρξαν θέατρο ένοπλων συγκρούσεων.Ενα από τα κύρια προβλήματα είναι ότι οι πλευρές που εμπλέκονται στις συγκρούσεις βάζουν στο στόχαστρο παιδιά και σχολεία.Οσο καιρό έμεινα στην Υεμένη καταστράφηκαν και λεηλατήθηκαν 220 σχολεία στη διάρκεια συγκρούσεων μεταξύ κυβερνητικών και ανταρτικών δυνάμεων» καταλήγει ο Ζαν Μπελιβό.

Ο βαθύς ύπνος των χειραγωγημένων












Με τον ΑΝΔΡΕΑ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗ

ΕΠΕΙΔΗ είναι επίκαιρο και σκέφτηκα πως θα σ' ενδιαφέρει, δημοσιεύω σήμερα αποσπάσματα από τις δέκα σημειολογικές επισημάνσεις για τις «στρατηγικές της χειραγώγησης και το βαθύ ύπνο των χειραγωγημένων» του Γάλλου Σιλβέν Τιμσίτ, που βρήκαμε στο site του swti.net. Πάμε;
Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ της απόσπασης της προσοχής: έγκειται στην εκτροπή της προσοχής του κοινού από τα σημαντικά προβλήματα και τις αποφασισμένες από τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ αλλαγές μέσω της τεχνικής του κατακλυσμού συνεχόμενων αντιπερισπασμών και ασήμαντων πληροφοριών. (...)
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ προβλημάτων και μετά προσφορά λύσεων: για να υπάρξει μια κάποια αντίδραση από τον κόσμο, με σκοπό αυτός ο ίδιος να ορίσει τα μέτρα που η εξουσία θέλει να τον κάνει να δεχτεί. Για παράδειγμα: αφήνεται να ξεδιπλωθεί και να ενταθεί η αστική βία ή οργανώνονται αιματηρές επιθέσεις που αποσκοπούν στο να απαιτήσει ο κόσμος νόμους ασφαλείας και πολιτικές εις βάρος της ελευθερίας. (...)
Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ της σταδιακής εφαρμογής: για να γίνουν αποδεκτά τα διάφορα απαράδεκτα μέτρα, αρκεί η σταδιακή εφαρμογή τους, λίγο λίγο, επί συναπτά έτη. (...) Αλλαγές που θα είχαν προκαλέσει επανάσταση, αν είχαν εφαρμοστεί μονομιάς.
Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ της αναμονής: είναι πιο εύκολο να γίνει αποδεκτή μια μελλοντική θυσία απ' ό,τι μία άμεση. Η μάζα πάντα έχει την τάση να ελπίζει αφελώς ότι «τα πράγματα θα φτιάξουν στο μέλλον» και ότι οι απαιτούμενες θυσίες θα αποφευχθούν. (...)
ΑΠΕΥΘΥΝΟΝΤΑΣ το λόγο στο κοινό σαν αυτό να είναι στην παιδική ηλικία: η πλειονότητα των διαφημίσεων που απευθύνονται στο ευρύ κοινό χρησιμοποιούν λόγο, επιχειρήματα, προσωπικότητες και τόνο της φωνής, όλα ιδιαίτερα παιδικά, πολλές φορές στα όρια της αδυναμίας, σαν ο θεατής να ήταν μικρό παιδάκι ή διανοητικά καθυστερημένος. Οσο περισσότερο θέλουν να εξαπατήσουν το θεατή τόσο πιο πολύ υιοθετούν έναν παιδικό τόνο. Γιατί; Αν κάποιος απευθύνεται σε ένα άτομο σαν αυτό να ήταν 12 χρόνων ή και μικρότερο, αυτό λόγω της υποβολής είναι πολύ πιθανό να τείνει σε μια απάντηση ή αντίδραση απογυμνωμένη από κάθε κριτική σκέψη, όπως αυτή ενός μικρού παιδιού.
ΠΟΛΥ περισσότερη χρήση του συναισθήματος παρά της λογικής: είναι μια κλασική τεχνική προκειμένου να επιτευχθεί βραχυκύκλωμα στη λογική ανάλυση και στην κριτική σκέψη των ατόμων. Από την άλλη, η χρήση των συναισθημάτων ανοίγει την πόρτα για την πρόσβαση στο ασυνείδητο και την εμφύτευση ιδεών, επιθυμιών, φόβων, καταναγκασμών ή την προτροπή για ορισμένες συμπεριφορές.
Η ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ του κοινού στην άγνοια και στη μετριότητα: η ποιότητα της εκπαίδευσης που δίνεται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις πρέπει να είναι η φτωχότερη και μετριότερη δυνατή, έτσι ώστε το χάσμα της άγνοιας μεταξύ των κατώτερων και των ανώτερων κοινωνικών τάξεων να είναι και να παραμένει αδύνατον να γεφυρωθεί.
ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ του κοινού να είναι ικανοποιημένο με τη μετριότητα: προωθήστε στο κοινό την ιδέα ότι είναι της μόδας να είσαι ηλίθιος, χυδαίος και αμόρφωτος.
ΕΝΙΣΧΥΣΗ της αυτοενοχής: κάντε τα άτομα να πιστέψουν ότι αυτά και μόνο αυτά είναι ένοχα για την κακοτυχία τους, εξαιτίας της ανεπάρκειας της νοημοσύνης τους, των ικανοτήτων ή των προσπαθειών τους. Ετσι, αντί να εξεγείρονται ενάντια στο οικονομικό σύστημα, υποτιμούν τους εαυτούς τους, νιώθουν ενοχές, κάτι που δημιουργεί μια γενικευμένη κατάσταση κατάθλιψης. (...)
ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ γνωρίζει τα άτομα καλύτερα απ' ό,τι αυτά τους εαυτούς τους: χάρη στη βιολογία, τη νευροβιολογία και την εφαρμοσμένη ψυχολογία, το σύστημα έχει επιτύχει μια εξελιγμένη κατανόηση των ανθρώπων τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Το σύστημα έχει καταφέρει να γνωρίζει καλύτερα τον «μέσο άνθρωπο» απ' ό,τι αυτός γνωρίζει τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις το σύστημα ασκεί μεγαλύτερο έλεγχο και μεγάλη εξουσία πάνω στα άτομα, μεγαλύτερη από αυτήν που τα ίδια ασκούν στους εαυτούς τους.

Το καρναβάλι του Ρίο-Αντίρριο










Πληρώνει μια γέφυρα στην τιμή των τριών

Λένε πως μια γέφυρα εκμηδενίζει τις αποστάσεις. Καμιά φορά, εκμηδενίζει και τη νοημοσύνη των φορολογουμένων

Την αποκάλεσαν «τεχνικό επίτευγμα υψηλής αισθητικής», «υποδειγματικό αναπτυξιακό έργο», «κόσμημα του τόπου» και «όραμα που έγινε πραγματικότητα». Τη φωτογράφισαν, τη φώτισαν με πυροτεχνήματα, τη διέτρεξαν με την ολυμπιακή φλόγα, την έκαναν σύμβολο προεκλογικής εκστρατείας.
Εντυπωσιακή ομολογουμένως η γέφυρα Ρίου Αντιρρίου, σηματοδοτεί την πορεία της χώρας προς τον 21ο αιώνα, απαλλάσσοντας τους εκδρομείς του Πάσχα και της Καθαράς Δευτέρας από το μαρτύριο του φεριμπότ. Επίσης, επιτρέπει στους κατοίκους την Ναυπάκτου να πηγαίνουν για ψώνια στην Πάτρα και κάνει πραγματικότητα το όραμα της ζεύξης του Χαρίλαου Τρικούπη με τον Κώστα Λαλιώτη. Κατά βάθος όμως αποτελεί υπόδειγμα του νέου τύπου δημοσίων έργων, που εγκαινίασε με πχιότητα η κυβέρνηση Σημίτη και προωθεί με σεμνότητα και ταπεινότητα η κυβέρνηση Καραμανλή, μαζί με μερικούς νταβατζήδες.

Η γέφυρα Ρίου Αντιρρίου κόστισε συνολικά 740 εκ ευρώ ή 252 δισ. δραχμές. Από αυτά:
· Το 10% (74 εκ. ευρώ, ή 25 δισ. δρχ.) το έβαλε η κοινοπραξία που την κατασκεύασε και την εκμεταλλεύεται.
· Το 40% (296 εκ. ευρώ – 101 δισ. δρχ.) είναι η συμμετοχή του δημοσίου, δηλαδή το πληρώσαμε εμείς.
· Το υπόλοιπο 50% (370 εκ. ευρώ – 126 δισ. δρχ.) είναι δάνειο από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα, με κρατικές εγγυήσεις. Που σημαίνει ότι αν στραβώσει η δουλειά, η τράπεζα θα πάρει τα λεφτά της από το κράτος, δηλαδή από εμάς. Αν δεν στραβώσει, θα τα πάρει από τα διόδια, δηλαδή πάλι από εμάς.
Βάσει των συμφωνημένων, η κατασκευάστρια κοινοπραξία θα εκμεταλλεύεται τη γέφυρα μέχρι το 2039, δηλαδή επί 35 χρόνια. Από την εκμετάλλευση αυτή, υπολογίζεται ότι θα εισπράξει 1,7 δισ. ευρώ, ή 579 δισ. δραχμές. Αν αφαιρέσει κανείς τα 370 δισ. της τράπεζας, υπολείπονται 209 δισ. για την κοινοπραξία, δηλαδή 8,36 φορές παραπάνω από όσα έβαλε, ή περιθώριο κέρδους 736%. Δεν είναι κι άσχημα! Αν το υπολογίσουμε αυτό σε διάστημα 35 χρόνων, προκύπτει εύκολα ότι κάθε χρόνο η κατασκευάστρια κοινοπραξία θα καθαρίζει περίπου 6 δισ. δηλαδή το ¼ της αρχικής της συμμετοχής στο έργο. Δηλαδή σε 4 χρόνια θα έχει πάρει τα λεφτά της πίσω και θα της μένουν άλλα 31 χρόνια να εισπράττει. Αυτού του είδους οι δουλειές, πριν τις βαφτίσουν «υποδειγματικά αναπτυξιακά έργα», τις λέγανε απλώς «αποικιακές». Και ο βασιλεύς Λεοπόλδος, στο Κονγκό, το 1900, με τέτοιους όρους δούλευε.
Γεννάται λοιπόν το ερώτημα πώς μπορεί κάποιος με αρχικό κεφάλαιο 25 δισ. δηλαδή όσο κοστίζει η κατασκευή ενός ολυμπιακού σταδίου μαζί με τις υπερβάσεις (και λίγο παραπάνω από όσα κατηγορείται ο Νεονάκης ότι κέρδισε στο χρηματιστήριο) να βγάλει σε τέσσερα χρόνια τα λεφτά του και εφτά φορές άλλα τόσα στα επόμενα 31 χρόνια. Η απάντηση είναι απλή: πρέπει να βρεις κάποιον να σου βάλει το υπόλοιπο 90% της επένδυσης, χωρίς καμία αξίωση στα κέρδη. Υπάρχει τέτοιος μαλάκας; Ναι, υπάρχει. Ο Έλλην φορολογούμενος, δηλαδή εμείς.

Από πλευράς του Έλληνος φορολογουμένου, η κατάσταση έχει ως εξής:
· 101 δισ. (δηλαδή όσο η κρατική συμμετοχή) πληρώσαμε στη φάση της κατασκευής και
· 579 δισ. (δηλαδή όσα περιμένουν να εισπράξουν στην 35ετία) πληρώνουμε σε διόδια στην φάση της εκμετάλλευσης.
Αυτό σημαίνει ότι πληρώνουμε 680 δισ. για μια γέφυρα που αποδεδειγμένα στοίχισε 252, δηλαδή πληρώνουμε τη γέφυρα 2,7 φορές παραπάνω από το πραγματικό της κόστος. (Σχεδόν τρεις. Από εκεί πρέπει να βγήκε αυτό που λένε «Τρεις Γέφυρες»). Αυτό το μοντέλο κατασκευής δημοσίων έργων ονομάζεται «Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα» και διαφημίζεται ως ο πλέον σύγχρονος και αποτελεσματικός δρόμος για τις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Αν η γέφυρα είχε κατασκευαστεί με τις οπισθοδρομικές μεθόδους του προηγούμενου αιώνα, θα μας είχε κοστίσει 252 δισ. και θα την είχαμε αποσβέσει με τους ίδιους ρυθμούς σε 15 χρόνια και τρεις μήνες. Αλλά ακόμα κι αν ο κράτος επέμενε να εισπράττει διόδια επί 35 χρόνια, ώστε να μαζέψει 2,7 φορές την αξία της γέφυρας, έχει κάποια διαφορά να πληρώνεις διόδια στο κράτος και όχι σε κοινοπραξίες εταιρειών. Διότι τα λεφτά που πάνε σε κοινοπραξίες δεν θα τα ξαναδούμε ποτέ, ενώ τα λεφτά που πάνε στο κράτος, όλο και κάποια τρύπα θα μπαλώσουν.
Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος αφελής να αναρωτηθεί γιατί το κράτος, αφού πλήρωσε που πλήρωσε το 40% (296 δισ.) της γέφυρας και δανείστηκε το άλλο 50% (370 δισ.), δεν έδινε και 25 δισ. στην κατασκευάστρια εταιρεία, να φτιάξει τη γέφυρα και να πάει στο καλό, αντί να μας κάθεται 35 χρόνια στο σβέρκο σαν τον Προκρούστη και να εισπράττει διόδια. Αλλά όχι. Διότι τότε η γέφυρα θα ήταν δημόσια επένδυση, πράγμα που γενικώς δεν αρέσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και διότι ως δημόσια επένδυση, θα ξέφευγε διαρκώς από τον προϋπολογισμό και από τα χρονοδιαγράμματα, για να μην πούμε ότι πιθανώς να ήταν και ελαττωματική στην κατασκευή της. Αυτό πανηγύριζε ο Λαλιώτης όταν έτρεχε λαμπαδηδρόμος πάνω στη γέφυρα με το σορτσάκι και την ολυμπιακή δάδα: ότι μετά από είκοσι χρόνια εξουσίας, βρήκαν έναν τρόπο να φτιάξουνε το έργο χωρίς να φάνε τα λεφτά σε μίζες (πράγμα που δεν καταφέρανε π.χ. με το Κτηματολόγιο) και ο τρόπος αυτός είναι να μας κοστίζει τρεις φορές πάνω από την αξία του, μόνο και μόνο επειδή κάποιος ιδιώτης έβαλε το 10%. Αληθινά υποδειγματικό αναπτυξιακό έργο.
Αλλά το πιο άσχετο απ’ όλα είναι αυτές οι επικλήσεις στον Χαρίλαο Τρικούπη, που οραματίστηκε τη ζεύξη Ρίου Αντιρρίου για να φέρει την ανάπτυξη στη Δυτική Ελλάδα. Διότι ο Χαρίλαος Τρικούπης δεν οραματίστηκε τη ζεύξη για να περνάνε ΙΧ, που άλλωστε τότε δεν υπήρχαν καν. Την οραματίστηκε για να περάσει το τρένο. Και από τη γέφυρα Ρίου Αντιρρίου τρένο δεν περνάει, με συνειδητή πολιτική απόφαση, για να μη μειώνει τα περιθώρια κέρδους της κοινοπραξίας που την εκμεταλλεύεται. (Για τον ίδιο ακριβώς λόγο δεν περνάνε λεωφορεία από την Αττική Οδό). Υπ’ αυτήν την έννοια, το όραμα του Τρικούπη όχι μόνο δεν υλοποιείται, αλλά καθίσταται ακόμα πιο ανεδαφικό, αφού πλέον για να περάσει τρένο πρέπει να γίνει υποθαλάσσια σήραγγα – νέοι εργολάβοι, νέος δανεισμός, νέες επωφελείς Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα- ή να το περνάνε απέναντι με το φεριμπότ. ¨Όλ’ αυτά είναι αμφίβολα για τα επόμενα 35 χρόνια, που το πέρασμα βρίσκεται σε ιδιωτικά χέρια, σκληρούς και αποφασισμένους φραγκοφονιάδες, αλλά οι κάτοικοι της υποανάπτυκτης Ηπείρου που περιμένουν το τρένο από την εποχή του Τρικούπη, μπορούν να νιώθουν περήφανοι για τις προκλήσεις του 21ου αιώνα.

Από τους Κακοήθεις, περιοδικό ΓΑΛΕΡΑ